Η μοναδικότητα της διαφορετικότητας

!(,

Ένα αλληγορικό κείμενο για τους γονείς, τα παιδιά και τη διαφορετικότητα…

γράφει η Ιωάννα Γκανέτσα

Κατά καιρούς πολλές μέθοδοι έχουν παρατεθεί σε βιβλία, sites και δημόσιες συζητήσεις ως λύσεις, ώστε να καταφέρουμε να εξηγήσουμε στα παιδιά, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, ποικίλα κοινωνικά και ψυχολογικά θέματα που προκύπτουν καθημερινά. Προσωπικά, βρίσκω τις αλληγορικές ιστορίες ως τον πιο πρακτικό, ευφάνταστο και ενδιαφέρον τρόπο για να προσεγγίσει κανείς τέτοια θέματα.

Μια τέτοια, λοιπόν, ιστορία, με κεντρικό θέμα την διαφορετικότητα, διάβασα στο βιβλίο των Ρόμπερτ Φίσερ και Μπεθ Κέλι Ο μπούφος που δεν μπορούσε να κάνει μπου (εκδόσεις Οpera).

Ένα πουλί μπούφος όταν γεννήθηκε, έπρεπε να μάθει να κάνει μπου. Όσες προσπάθειες κι αν έκαναν οι γονείς του, όσο κι αν τον προέτρεπαν με τη δικαιολογία πως θα αναγκαστεί το συμβούλιο των σοφών γερόντων να τον διώξει από το δάσος, εκείνος μάταια προσπαθούσε να κάνει μπου. Έλεγε συνέχεια «μπα;», πράγμα ανεπίτρεπτο για τα δεδομένα ενός μπούφου.

Εκείνο το «πρέπει να κάνεις μπου γιατί όλοι οι μπούφοι αυτό κάνουν» αιωρούνταν απειλητικά πάνω από το κεφάλι του, ηχούσε συνέχεια στα αυτιά του, τριβέλιζε το μυαλό του αλλά καθόλου δεν τον βοηθούσε να παράγει το γνωστό ήχο και να κάνει με αυτόν τον τρόπο περήφανους τους δικούς του, να καθησυχάσει τους σοφούς γέροντες και να γίνει αποδεκτός από την ομάδα. Φυσικό επακόλουθο ήταν να εκδιωχθεί από το δάσος με συνοπτικές διαδικασίες και τη σύμφωνη γνώμη των σοφών γερόντων, αλλά ακόμη χειρότερα, των γονιών του.

Το έγκλημα του, ήταν η διαφορετικότητά του. Οι γονείς προτίμησαν να δεχτούν την άποψη της κοινωνίας, πως εφόσον ο γιος τους ήταν διαφορετικός, δεν υπήρχε θέση για εκείνον στους κόλπους της, από  το να αποδεχτούν τον ίδιο το γιο τους, ακόμη κι αν ήταν διαφορετικός από τους υπόλοιπους. Η δημόσια κατακραυγή, η κριτική ή τα δάχτυλα που ενδεχομένως θα τους έδειχναν στο δρόμο, ήταν ανασταλτικός παράγοντας. Κανείς «σοφός» γέροντας δεν έκανε λόγο για τη μοναδικότητα του ατόμου και του χαρακτήρα.

Δεν υπήρχαν ελαφρυντικά. Πώς θα μπορούσαν άλλωστε. Δε νοείται από κάποιους, ακόμη και στις μέρες μας, να υπάρχουν κομμάτια της κοινωνίας που να ανήκουν στο διαφορετικό και να τυγχάνουν αποδοχής. Είναι μαθημένοι στην ασφάλεια της ομοιότητας των χαρακτηριστικών, είτε ανήκουν σε κατηγορίες όπως η φυλή, το χρώμα του δέρματος ή η εθνικότητα, είτε σε στοιχεία του χαρακτήρα που υιοθετούνται από απλή μίμηση συμπεριφοράς και νοοτροπίας και όχι βεβαίως λόγω της προσωπική επιλογής.

Για να επανέλθω λοιπόν στη ιστορία, ο Μπουφάκος στεναχωρήθηκε, πόνεσε και αναρωτήθηκε πολλές φορές, γιατί έπρεπε να είναι διαφορετικός. Ο κόσμος, τον οποίο ξαφνικά βγήκε να γνωρίσει, ήταν απρόσιτος, χωμένος στα προβλήματά του, προσπαθώντας να προλάβει να κατακτήσει τους στόχους του για να μπορεί μετά να ζήσει. Κανείς δε ζούσε το τώρα, τη στιγμή. Δυσκολεύτηκε και ευχήθηκε κάποιες φορές, να μπορούσε να γυρίσει στην ασφάλεια της ομάδας, μιας ομάδας που ήταν η πρώτη που τον απέρριψε, αλλά τελικά, δεν έχασε το κουράγιο του.

Οι αναζητήσεις του τον οδήγησαν στο μουσείο της Αμερικανικής Ιστορίας, να συνομιλεί με τα φαντάσματα του Τόμας Τζέφερσον, του Βενιαμίν Φραγκλίνου – οι οποίοι ήταν συντάκτες της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας – και του Τόμας Παίην, συγγραφέα του βιβλίου Κοινός Νους (Common Sense), κείμενο στο οποίο απαριθμούσε τους λόγους και τις αιτίες που οι αποικίες όφειλαν να γίνουν ανεξάρτητο κράτος, θέτοντας τις βάσεις για να συνειδητοποιήσουν όλοι οι «άποικοι» την αναγκαιότητα ανεξαρτητοποίησης, αλλά και το φάντασμα του Άντριου Τζάκσον – τέως προέδρου της Αμερικής – ο οποίος θεωρήθηκε προστάτης της λαϊκής δημοκρατίας και της ατομικής ελευθερίας των ανθρώπων (αν και υπήρξε ταυτόχρονα υποστηρικτής της απομάκρυνσης των Ινδιάνων και της δουλείας).

Αυτοί οι άνθρωποι, όπως και ο μικρός Μπουφάκος, τόλμησαν να διαφοροποιηθούν. Διακήρυξαν για πρώτη φορά στην ιστορία, πως πρέπει όλοι οι άνθρωποι να είναι ελεύθεροι και ίσοι μεταξύ τους. Δυστυχώς, ακόμη και σήμερα, πολλοί μεταφράζουν λάθος το νόημα της Διακήρυξης: Δεχόμαστε τις εξής αλήθειες ως αυταπόδεικτες, πως όλοι οι άνθρωποι δημιουργούνται ίσοι, και προικίζονται από τον Δημιουργό τους με συγκεκριμένα απαραβίαστα δικαιώματα, μεταξύ των οποίων είναι το δικαίωμα στη ζωή, το δικαίωμα στην ελευθερία, και το δικαίωμα στην επιδίωξη της ευτυχίας.

Ως φύσει εγωιστικά όντα, οι άνθρωποι μαίνονται για την ατομική/προσωπική ελευθερία τους, αλλά παραλείπουν να σεβαστούν των υπολοίπων. Παίρνουν ως δεδομένες τις ελευθερίες που απολαμβάνουν, ξεχνώντας πως κάποιοι αγωνίστηκαν για αυτές. Αρνούνται τη διαφορετικότητα και σε ακραίες περιπτώσεις τη φοβούνται ή την αποδοκιμάζουν. Κυνηγούν την επιτυχία, θεωρώντας πως είναι συνώνυμη έννοια της ευτυχίας.

Ο Μπουφάκος της ιστορίας κατάλαβε νωρίς πως τα «πρέπει», η συμβατικότητα και οι προσταγές της κοινωνίας, δεν είναι ο σωστός δρόμος για την ολοκλήρωση. Οι ατομικές επιλογές, τα θέλω και η προσωπική εσωτερική διεργασία, είναι. Όταν σταμάτησε να αγχώνεται πως πρέπει να κάνει μπου, όταν αποφάσισε ο ίδιος πως απλώς θέλει να κάνει, μαντέψτε. Κατάφερε και έκανε μπου.

Κι αυτό γιατί απλά ήταν ελεύθερος από όλα τα ταμπού

Είναι, λοιπόν, δικαίωμα της κοινωνίας να θέλει τα μέλη της, για τους δικούς της λόγους, πιστά φωτοαντίγραφα και όχι πρωτότυπα. Όμως είναι επίσης δικαίωμα του καθενός να είναι το πρωτότυπο και όχι ένα φωτοαντίγραφο. Τέλος, είναι στο χέρι του κάθε γονιού να μάθει στο παιδί του πως είναι σημαντικό να είσαι αυτό που εσύ θέλεις να είσαι, όχι αυτό που θέλουν οι άλλοι και να στηρίζουν την επιλογή της μοναδικότητας ακόμη και όταν αυτή διαφέρει από τη δική τους.

1160

Πηγή: eyedoll