Μα πόσο αχάριστα είναι τα παιδιά!

Ήταν περίεργο. Είχα μπροστά μου το μωρό μου, με κατακόκκινα δακρυσμένα ματάκια, να καίγεται από τον πυρετό, να προσπαθεί να αναπνεύσει και να με εμποδίζει να του σκουπίσω τη μυτούλα, γιατί πλέον είχε γίνει κατακόκκινη και σε κάθε σκούπισμα το χαρτί φάνταζε σ’ αυτή ξυράφι κι εγώ σκεφτόμουν όσες φορές μάλωσα με τον πατέρα μου.

γράφει ο Κωνσταντίνος Μητρούδης

«Παράτα με!». «Δε θέλω να σε ξαναδώ!». «Άσε με ήσυχο!». «Νομίζεις πως τα ξέρεις όλα; Τίποτα δεν ξέρεις!»

Δεν είναι ότι δεν είχε αρρωστήσει ξανά. Αλλά στα δυο χρόνια ζωής της, πρώτη φορά φτάσαμε στο σημείο να μη μπορεί να κοιμηθεί από τον πυρετό και να κάθομαι πάνω από το κεφάλι της όλο το βράδυ. Πόναγε η καρδιά μου κάθε λεπτό που περνούσε, και πιο πολύ. Δε μπορούσε να πολυανοίξει τα πρησμένα ματάκια της. Ήθελε όλο αγκαλίτσες, μα και μου φώναζε, με έσπρωχνε και με κλωτσούσε μερικές φορές, από τα ανεξήγητα νεύρα της.

Αρχικά, έφερα στο μυαλό μου όλες εκείνες τις στιγμές που θα ζήσουμε στο μέλλον. Τις στιγμές που θα με βρίσει, που θα με ειρωνευτεί. Τις στιγμές που θα νομίζει πως τα ξέρει όλα. Κι αυτές που θα θέλει να φύγει όσο γίνεται πιο μακριά μου. Μακριά μου; Μα είναι δυνατόν; Είμαι άυπνος όλη μέρα κι όλη νύχτα για να τη φροντίζω, θα έκοβα το μικρό μου δαχτυλάκι από το αριστερό μου χέρι για να πέσει ο πυρετός της εδώ και τώρα, θα έδινα και τη ζωή μου για να μην αρρωστήσει ποτέ ξανά και αυτή θα θέλει να φύγει μακριά μου;

Μα πόσο αχάριστα είναι τα παιδιά!

Και τότε μου ήρθε…Όλα αυτά που του ξεστόμισα. Όλα αυτά που δεν του ξεστόμισα, μα τα σκέφτηκα και τα εννοούσα μέχρι την τελευταία συλλαβή. Αλλά και όλες τις φορές που ξενύχτησε στο προσκεφάλι μου. Που μου κράταγε το χέρι ενώ ψηνόμουν στον πυρετό. Που με άφηνε να πέσω παρόλο που σφιγγόταν που θα χτυπήσω, «για να μάθω». Που τίναζε τη σκόνη από πάνω μου και με παρακινούσε να προσπαθήσω ξανά. Που τον αναζητούσα όποτε έκανα ζημιά και του ζητούσα να μην το πει στη μαμά. Που με άφηνε να τρώω ό,τι θέλω, όποτε θέλω, όσο ανθυγιεινό και να ήταν. Ανθυγιεινό. Χα! Άγνωστη λέξη για τον πατέρα μου. Δεν είναι ανθυγιεινό να κυλιέται στις λάσπες το παιδί αγκαλιά με τα ζώα! Ούτε επικίνδυνο να οδηγεί από τα δώδεκα! Ανθυγιεινό ίσως είναι να παίρνει τους βαθμούς η μαμά και όχι ο μπαμπάς…

Κοιμήθηκε. Είναι τόσο ήρεμη. Να τη σκεπάσω καλύτερα κι ας έχει ζέστη. Σε λίγο ξημερώνει. Θα πρέπει να φύγω για τη δουλειά. Ας κάτσω να δω μήπως ξυπνήσει και χρειαστεί κάτι. Ούτως ή άλλως δεν προλαβαίνω να κοιμηθώ.

Εσύ κοιμήσου μικρή μου. Πάρε δυνάμεις, γιατί έχουμε να ρίξουμε επικούς καβγάδες. Και υπόσχομαι να μη σου κακιώσω ποτέ. Για πολύ.

Άντε, να περάσει και λίγο η ώρα να πάρω τον πατέρα μου. Καιρό έχουμε να τα πούμε. Κι αυτός πια, όλο γκρινιάζει, γιατί δεν τον παίρνω και γιατί δεν τον παίρνω. Ας με πάρει αυτός άμα θέλει, ωχού!

Αναδημοσίευση από το www.eyedoll.gr με άδεια του συγγραφέα