Το να γίνει κάποιος γονιός σημαίνει πολύ περισσότερα πράγματα από το να φέρει απλά στον κόσμο ένα παιδί.
γράφει ο Σάββας Ν. Σαλπιστής, Ph.D., Κλινικός Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπευτής
Ψυχολογική γονεϊκότητα σημαίνει μία εφόρου ζωής, και χωρίς τη δυνατότητα αναίρεσης, ευθύνη για την εξέλιξη μιας συνεχώς εξελισσόμενης σχέσης που είναι συναισθηματικά πολύ ισχυρή και που το περιεχόμενό της πολύ δύσκολα μπορεί να προβλεφθεί πριν αυτή υπάρξει στην πραγματικότητα. Όπως και κάθε άλλη μακρόχρονη σχέση, έτσι και η γονική δέχεται κατά διαστήματα διαφόρων ειδών ισχυρές πιέσεις. Η ιδιαιτερότητά της, όμως, έγκειται στην εγγενή της ευθύνη απέναντι σε ένα υπό εξέλιξη άτομο, που είναι αρχικά παντελώς απροστάτευτο και απόλυτα εξαρτώμενο από τη φροντίδα των άλλων.
Ένα βρέφος γίνεται αποδέκτης όχι μόνο των πιο όμορφων ονείρων, φαντασιώσεων, ελπίδων και προσδοκιών των γονιών του, αλλά και των πιο επώδυνων και σκοτεινών πλευρών του ψυχισμού τους…Αν και οι περισσότεροι ειδικοί που έχουν άμεση επαφή με γονείς διαβεβαιώνουν πως ποτέ δεν συνάντησαν κάποιο γονιό που να ήθελε συνειδητά να κάνει κακό στο παιδί του, παρόλα αυτά, υπάρχουν πολλά παραδείγματα γονιών που δεν αντέχουν ή που δεν διαθέτουν τις προϋποθέσεις να ανταποκριθούν στην επιθυμία τους να είναι μια «καλή» μητέρα ή ένας «καλός» πατέρας.
Η γονεϊκότητα ξυπνά τόσο έντονα συναισθήματα που την κάνουν συγκρίσιμη με την τύφλωση που προκαλεί μια ερωτική σχέση παράφορου πάθους. Το πάθος, όμως, δεν εμπεριέχει μόνο θετικά αισθήματα, αλλά και αισθήματα μίσους, φθόνου και άγχους. Τέτοιου είδους αισθήματα έχουν συνηθέστατα τις ρίζες τους στην πρώιμη ηλικία του ατόμου, ο δε τρόπος αντιμετώπισής τους στα πρώτα χρόνια της ζωής.
Για παράδειγμα, μία μητέρα, στη συνάντηση με το παιδί της, ξαναέρχεται υποσυνείδητα σε επαφή με τα επώδυνα συναισθήματα που βίωσε η ίδια ως παιδί εξαιτίας προσωπικών τραυματικών εμπειριών. Δεν γνωρίζει, όμως, πως οι υπερβολικές και άκαρπες προσπάθειές της να προστατέψει το παιδί της από κάθε είδους υπαρκτό ή ανύπαρκτο κίνδυνο αποτελούν μέρος της προσπάθειάς της να αποφύγει προσωπικές επώδυνες μνήμες.
Επίσης, ένας πατέρας – που δεν αντέχει το ότι η σύντροφός του δείχνει τόση αγάπη και αφοσίωση στη φροντίδα του κοινού τους παιδιού, αλλά ούτε και την αίσθηση του να νιώθει «εκτός» – έχει την πεποίθηση πως η «υπερβολική» φροντίδα της μητέρας κάνει κακό στο παιδί και ενισχύει την ανάγκη εξάρτησής του από αυτήν. Αυτό, όμως, που δεν αντιλαμβάνεται ο συγκεκριμένος πατέρας είναι το ότι, στην ουσία, αναβιώνει στο παρόν τη ζήλεια που ένιωθε ως παιδί για το μικρότερο αδέλφι που είχε αποκτήσει.
Μια φυσιολογική γονεϊκότητα εμπεριέχει ΠΑΝΤΑ αντιφατικά συναισθήματα. Θα μπορούσαμε να πούμε πως τα συναισθήματα του γονιού για το παιδί του κυμαίνονται μεταξύ των δύο άκρων ενός άξονα, όπου το ένα άκρο αντιπροσωπεύει την απόλυτη αγάπη, το δε άλλο το απόλυτο μίσος. Το πού ακριβώς βρίσκονται τα συναισθήματα ενός γονέα την κάθε στιγμή εξαρτάται από τα προσωπικά του βιώματα, από το επίπεδο ωριμότητάς του, καθώς και από την παρούσα κατάσταση της ζωής του…
Πηγή: i-psyxologos.gr