Το παιδί μας και το “Εγώ” του

Όταν αντιμετωπίζουμε αγχογόνες καταστάσεις ο οργανισμός μας αντιδρά αυτόματα -ψυχολογικά και σωματικά- με σκοπό τη μείωση του άγχους.

γράφει ο Δημήτρης Αγοραστός,

Ουσιαστικά το άγχος είναι μια μορφή φοβικης αντιδρασης, εν απουσία βεβαίως κάποιας άμεσης, φυσικής απειλής. Στις περιπτώσεις άγχους δεν κινδυνεύουμε φυσικά με σωματική βλάβη, αλλά παρόλα αυτά είμαστε αντιμέτωποι με μια κατάσταση που φοβόμαστε ότι μπορεί μελλοντικά να θέσει την ευημερια μας σε κίνδυνο.

Όπως οι ενήλικες, έτσι και τα παιδιά και οι έφηβοι έχουν αναπτύξει κάποιους βασιμούς μηχανισμούς άμυνας σε ψυχολογικό επίπεδο για την προστασία του Εγώ, της βασικής ψυχολογικής μονάδας που ταυτίζεται με την αντίληψη που έχουμε για τον εαυτό μας.

Σκοπός αυτού του μηχανισμού είναι η μείωση του άγχους, ώστε να μην απειληθεί η ψυχολογική ισορροπία του ατόμου.

Υπό αυτό το πρίσμα, οι μηχανισμοί άμυνας είναι απολύτως υγιείς συμπεριφορές και αντιδράσεις όταν χρησιμοποιούνται για μιρά χρονικά διαστήματα. Εάν το παιδί χρησιμοποιεί συχνά μηχανισμούς άμυνας ή/και εάν ο στρεσογόννος παράγοντας συνεχίζει να το πιέζει για μεγάλο χρονικό διάστημα τότε αυξάνεται η πιθανότητα ανάπτυξης προβληματικών συμπεριφορών στο σπίτι και το σχολείο.

Βασικοί μηχανισμοί άμυνας του Εγώ στα παιδιά και τους εφήβους

Υπεραναπλήρωση:

Το παιδί καταπνίγει τις επιθυμίες του, ενώ υιοθετεί συμπεριφορές αντίθετες προς τα πιστεύω του, σε μια προσπάθεια να μειώσει το χάσμα ανάμεσα σε αυτό που θέλει και αυτό που αισθάνεται πως πρέπει να κάνει. Για παράδειγμα, ένα παιδί έχει ανάγκη από ελευθερία, αλλά επειδή οι γονείς του τού έχουν μάθει ότι τα «καλά» παιδιά ακούν «πάντα» τους γονείς του, τελικά αυτό γίνεται υποτακτικό και εξαρτημένο από τους γονείς, πνίγοντας τις πραγματικές του ανάγκες.

Μετατόπιση:

Το παιδί μεταβιβάζει συναισθήματα ή ενέργειες από ένα πρόσωπο ή σύστημα προς ένα άλλο, όταν του είναι πιο εύκολο να τα εκφράσει. Για παράδειγμα, το παιδί μισεί τους αδιάφορους γονείς του και μεταβιβάζει το θυμό του υπό μορφή βίας προς ζώα ή συμμαθητές του στο σχολείο.

Φαντασίωση:

Το παιδί αρνείται μια δυσάρεστη πραγματικότητα και πλάθει έναν φανταστικό κόσμο στον οποίο θα ήθελε να κατοικεί. Με αυτόν τον τρόπο δοκιμάζει λύσεις στα προβλήματά του, δίχως να διατρέχει τον κίνδυνο των συνεπειών των πράξεών του.

Φυγή:

Το παιδί δεν συμμετέχει σε καταστάσεις που του είναι δυσάρεστες. Ένα παιδί που φοβάται τον ανταγωνισμό μπορεί να μην συμμετέχει στο μάθημα ή σε εξωσχολικές δραστηριότητες υπό το φόβο της αποτυχίας ή σύγκρισής του με τρίτους.

Αντιστάθμιση:

Το παιδί που αισθάνεται ανπαρκές ή μειονεκτικά απέναντι στους συμμαθητές του, αντισταθμίζει αυτό το άγχος με το να γίνει πολύ καλός αθλητής ή μουσικός, ώστε να αποδείξει την αξία του, πρώτα και κύρια στον εαυτό του και στη συνέχεια στους άλλους γύρω του. σε καποιες περιπτώσεις τα παιδιά που χρησιμοποιούν την αντιστάθμιση είναι παιδιά που προσπαθούν να «φουσκώσουν» το Εγώ τους εκπέμποντας μια ψεύτικη αυτοπεποίθηση και ναρκισισμό.

Εκλογίκευση:

Το παιδί δικαιολογεί τις αποτυχίες ή τις παραγματοποίητες επιδιώξεις του μέσω της μετατροπής των κινήτρων του ή της κατάστασης ώστε αυτή να γίνει ανεκτή και επιτρεπτή τόσο από το ίδιο το παιδί όσο και τον περίγυρό του. Για παράδειγμα, η σχολική αποτυχία των παιδιών δεν αποδίδεται σε εσωτερικούς παράγοντες όπως είναι η μειωμένη προσπάθεια ή η έλλειψη ενδιαφέροντος, αλλά σε εξωτερικούς όπως είναι το κακό εκπαιδευτικό σύστημα ή τα δύσκολα θέματα στις εξετάσεις.

Προβολή:

Τα επιβλαβή για τον εαυτό συναισθήματα που πηγάζουν από το παιδί αποδίδονται σε τρίτα πρόσωπα. Για παράδειγμα, ένα παιδί που ζηλεύει τον αδερφό του, μπορεί να αρνείται αυτά τα συναισθήματα και να αποδίδει εχθρική διάθεση και ζήλια τον αδερφό του.

Εξιλέωση:

Το παιδί προσπαθεί να ακυρώσει κάποια κακή ή μη αποδεκτή σκέψη ή συναίσθημα μέσω της εξιλέωσης: εκφράζει μετάνοια ή ζητάει συγνώμη. Κάποια παιδιά και έφηβοι με βαθιά ενοχικά συναισθήματα μπορεί να φτάσουν στο σημείο της αυτοτιμωρίας (σωματικής και ψυχολογικής), ώστε να αισθανθούν ότι έχει «καθαρίσει το ποινικό τους μητρώο».

Παλινδρόμηση:

Το παιδί βιώνοντας μια σημαντική απογοήτευση, ματαίωση ή άγχος αναπτύσσει συμπεριφορές που είναι αναμενόμενες για παιδιά μικρότερης ηλικίας, σε μια προσπάθεια να καλύψει βασικές του ανάγκες. Π.χ. Ένα μεγάλο παιδί βρέχει το κρεβάτι του τη στιγμή που οι γονείς του είναι στα πρόθυρα διαζυγίου. Με αυτόν τον τρόπο επιζητεί την προσοχη των γονιών ώστε να καλύψουν τις δικές του βασικές ανάγκες για αγάπη και προστασία.

Απομόνωση:

Το παιδί απομονώνεται συναισθηματικά, γίνεται αδρανές και παθητικό. Με αυτόν τον τρόπο προστατεύει το Εγώ του από πλήγματα που μπορεί να δεχτεί από το περιβάλλον του. Π.χ. το παιδί απομακρύνεται συναισθηματικά από τους γονείς που χωρίζουν, όχι γιατί δεν το αγαπούν ή δεν τους αγαπάει, αλλά για να μην πληγωθεί στο μέλλον από την πιθανή απουσία κάποιου από τους δύο γονείς.

Δημήτρης Αγοραστός:
Ο Δημήτρης Αγοραστός είναι ψυχολόγος και κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος στις νευροσυμπεριφορικές επιστήμες. Έχει ασχοληθεί ερευνητικά με θέματα όπως την έκφραση των ανθρωπίνων συναισθημάτων, την ενσυναίσθηση, την ανάπτυξη μαθησιακών διαταραχών και την διασύνδεση υπολογιστή-εγκεφάλου για τετραπληγικούς ασθενείς. Έχει ολοκληρώσει την θεωρητική του εκπαίδευση στην Γνωστική – Αναλυτική Ψυχοθεραπεία και έχει ασχοληθεί επαγγελματικά και εθελοντικά με θέματα όπως την σωματική και τη ψυχοσυναισθηματική κακοποίηση γυναικών-θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας, τη συμβουλευτική και ψυχολογική στήριξη ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων αλλά και με τη συμβουλευτική στήριξη και ενημέρωση γονέων και εκπαιδευτικών στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Αυτό το διάστημα ασχολείται με την ψυχοκοινωνική υποστήριξη προσφυγικών ομάδων, ενώ είναι μεταπτυχιακός φοιτητής Σχολικής Ψυχολογίας στο ΑΠΘ. Είναι ο διαχειριστής και ο κύριος αρθρογράφος του Ψυχολογείν.

Πηγές / Περισσότερες Πληροφορίες
Παρασκευόπουλος & Herbert (2013), «Ψυχολογικά προβλήματα παιδιών και εφήβων», Πεδίο: Αθήνα – psychologein.dagorastos.net