Πώς κάνουμε μόνοι μας τα παιδιά μας κακομαθημένα

«Λυπάμαι αν είμαι εγώ που θα στο πω, αλλά το παιδί σου είναι κακομαθημένο. Ναι, το δικό σου. Είναι γκρινιάρα και πρέπει πάντα να έχει αυτό που θέλει.

Αν το παιδί σου είναι κακομαθημένο, το φταίξιμο είναι δικό σου, μας λέει η μαμά-blogger Kimberly Valzania και περιγράφει ένα προς ένα τα μεγάλα λάθη που κάνουμε στον τρόπο που μεγαλώνουμε οι σημερινοί γονείς τα παιδιά μας.

Ξέρω ότι προσπαθείς να είσαι καλός γονιός. Οι δικοί σου γονείς δεν ήταν και τόσο “από πάνω σου”. Τις μισές φορές δεν ήξεραν καν πού είσαι. Ο μπαμπάς σου, για παράδειγμα, δεν ήξερε ότι παίζεις φλάουτο. Δεν ήξερε ότι συμμετέχεις στην μπάντα το σχολείου. Η μαμά σου έπρεπε να δουλεύει πολλές ώρες και είχε χάσει τα μισά σου παιχνίδια στο βόλεϊ. Και κάποιες φορές αργούσε να σε πάρει από την προπόνηση, γιατί το είχε ξεχάσει.

Αλλά εσύ δεν είσαι έτσι. Τα κάνεις όλα διαφορετικά.

Κάνεις το καλύτερο που μπορείς, γιατί θέλεις τα παιδιά σου να είναι χαρούμενα. Ασχολείσαι υπερβολικά μαζί τους, γιατί θέλεις να ξέρεις τι συμβαίνει στη ζωή τους. Θέλεις να νιώθουν ξεχωριστά και σημαντικά. Δεν αργείς ποτέ να τα πάρεις από κάπου. Προγραμματίζεις και οργανώνεις και προτείνεις δραστηριότητες. Είσαι πάνω από τα κεφάλια τους σαν ελικόπτερο. Κάνεις ένα εκατομμύριο ερωτήσεις. Θέλεις η ζωή τους να είναι υπέροχη, γεμάτη νέες εμπειρίες. Δεν θέλεις να απογοητευτούν ποτέ. Ποτέ.

Αλλά κάνεις λάθη. Το ίδιο κι εγώ. Και τώρα τα παιδιά μας είναι κακομαθημένα. Ξέρεις γιατί;

Διαπραγματευόμαστε.

Το παιδί θέλει κάτι και τότε ξεκινά η διαπραγμάτευση: «Θα στο αγοράσω αυτό αν έχεις καλή συμπεριφορά» αντηχούν οι φωνές μας στους διαδρόμους όλων των καταστημάτων του πλανήτη. Και όταν δεν συμπεριφέρεται καλά, τότε λέμε «Εντάξει, θα σου δώσω μία ακόμα ευκαιρία». Η ευκαιρία, φυσικά, δεν είναι ποτέ μόνο μία. Η αγαπημένη μου διαπραγμάτευση είναι: «Σου υπόσχομαι πως θα το κάνουμε μετά». Η διαπραγμάτευση μπορεί να είναι ένα καλό εργαλείο, αλλά αν θέλουμε να είναι αποτελεσματικό, πρέπει να τραβήξουμε μία γραμμή που δεν θα περάσει κανείς μας. Τραβήξτε, λοιπόν, τη γραμμή και τελειώσετε τη διαπραγμάτευση.

Καθαρίζουμε το δωμάτιό του.

Κάποιες φορές απλά δεν αντέχουμε άλλο. Τα δωμάτιό του μοιάζει βομβαρδισμένο. Βρώμικα ρούχα, βρεγμένες πετσέτες, άστρωτο κρεβάτι –σκουπίδια παντού. Μέχρι μύξες βρίσκουμε κολλημένες στους τοίχους. Είναι αηδιαστικό και γίνεται όλο και χειρότερο. Ωστόσο, του επιτρέπουμε ακόμα να συμμετέχει σε όλες τις προγραμματισμένες του δραστηριότητες και στα ραντεβού για παιχνίδι. Του επιτρέπουμε να βλέπει τηλεόραση για ένα δίωρο κάθε απόγευμα και να καλεί φίλους στο σπίτι. Δεν το καθαρίζει σχεδόν ποτέ όταν του το ζητάμε και έτσι ανασκουμπωνόμαστε και το κάνουμε μόνες μας. Η εξίσωση, λοιπόν, που έχουμε είναι κάπως έτσι: Το παιδί συνηθίζει να του καθαρίζει κάποιος άλλος το δωμάτιο και δεν θεωρεί ότι έγινε κάτι που δεν το καθαρίζει το ίδιο. Συμπέρασμα; Γίνεται κακομαθημένο.

Του κουβαλάμε τη σάκα.

Ναι, είναι βαριά. Το ξέρω. Κάποιες φορές, όμως, κάποια πράγματα είναι βαριά. Έχει μαθήματα να κάνει. Όταν παίρνουμε το παιδί από το σχολείο και αναλαμβάνουμε να του κουβαλήσουμε τα πάντα, γινόμαστε υπερβολικοί. Δεν είμαστε μουλάρια. Παρακάνουμε τη ζωή του εύκολη. Και αυτό του δημιουργεί ένα αίσθημα ανωτερότητας ως προς εμάς.

Το ρωτάμε τι θέλει να μαγειρέψουμε.

Δεν θυμάμαι να με ρώτησε ποτέ η μαμά μου τι θέλω να μαγειρέψει. Εσείς το θυμάστε; Θυμάστε ποτέ τη μαμά σας να σας λέει «Παιδιά, θέλετε να βγούμε έξω για φαγητό ή να φάμε εδώ;» Το να βγούμε έξω για φαγητό συνέβαινε μόνο στο πολύ ξεχωριστές περιστάσεις όταν ήμουν μικρή. Θυμάμαι, επίσης, να μου σερβίρονται μόνο 4 εναλλακτικές: κοτόπουλο, κρέας, ζυμαρικά και κάτι αηδιαστικά χοιρινά παϊδάκια με ρύζι που τα σιχαινόμουν. Τα πάντα ήταν μαγειρεμένα σε μία κατσαρόλα. Μπροστά μου υπήρχε σχεδόν πάντα και μία χοντροκομμένη σαλάτα. Και εγώ θα έτρωγα ό,τι υπήρχε για φαγητό, χωρίς άλλη συζήτηση.

Το πρόγραμμά του παρεμποδίζει το δικό μας.

«Λυπάμαι, δεν μπορούμε να έρθουμε. Ο μικρός έχει αγώνα». Τις περισσότερες φορές, αυτό δεν μας δημιουργεί πρόβλημα. Εξάλλου, θέλουμε κι εμείς να παρακολουθήσουμε τον αγώνα. Άλλες φορές, όμως, ο αγώνας (και ο μικρός) πρέπει να μπουν σε δεύτερη μοίρα. Γιατί ο μικρός δεν θα έχει πρόβλημα αν χάσει έναν αγώνα. Μια χαρά θα περάσει και στο σπίτι να μείνει ή και στη βάφτιση που μας κάλεσαν να έρθει. Χάστε και μερικούς αγώνες. Δεν πειράζει!

Θέλουμε μόνο να είναι ευτυχισμένο.

Τα μάθατε τα νέα; Δεν είναι ανάγκη τα παιδιά μας να είναι διαρκώς χαρούμενα. Δεν πειράζει αν δεν παίρνουν πάντα αυτό που θέλουν, αν δεν κάνουν πάντα αυτό που θέλουν, αν δεν πηγαίνουν πάντα εκεί που θέλουν. Αν πρέπει να κάνουν δουλειές στο σπίτι ή να περάσουν χρόνο με την οικογένειά σας ή να έρθουν για ψώνια μαζί σας, προετοιμαστείτε για γκρίνια και βαριαναστεναγμούς. Δεν πειράζει, όμως. Γιατί ο κόσμος δεν περιστρέφεται γύρω τους και γύρω από τη μόνιμη ευτυχία τους.

Υπονομεύουμε ο ένας τον άλλον.

Πολύ συχνό λάθος. Το παιδί ζητά να μείνει στο σπίτι κάποιου φίλου. Ο ένας γονιός λέει «όχι». Το παιδί στρέφεται στον άλλο γονιό, ο οποίος λέει «ναι, γιατί όχι;». Ο λόγος είναι, ότι δεν συμφωνούμε πάντα με τον σύντροφό μας. Ωστόσο, τα παιδιά γίνονται λιγότερο κακομαθημένα αν τους παρουσιάζουμε πάντα ένα κοινό μέτωπο. Θα πρέπει να προσπαθούμε να συμφωνούμε με τον σύντροφό μας τη στιγμή εκείνη. Και μπορούμε να συζητήσουμε τη διαφωνία μας αργότερα. Διαφορετικά, τα παιδιά μαθαίνουν να στρέφουν τον έναν γονιό ενάντια στον άλλον.

Αποτυγχάνουμε στο να του δώσουμε αρμοδιότητες και ευθύνες.

Αν το παιδί δεν στρώνει το τραπέζι, δεν μαζεύει το τραπέζι, δεν βάζει τα πιάτα στο πλυντήριο, δεν μαζεύει τα φύλλα από τη βεράντα, δεν βγάζει τον σκύλο έξω κ.ο.κ. τότε το παιδί θα πρέπει να αρχίσει να πληρώνει νοίκι (αστειευόμαστε, αλλά… το πιάνετε το νόημα!).

Βρίσκουμε δικαιολογίες για την κακή συμπεριφορά και τους βαθμούς.

Το κάνουμε όλοι αυτό το λάθος. Η κακή συμπεριφορά, όμως, είναι κακή συμπεριφορά. «Είναι κουρασμένη και πεινάει» -τραγική δικαιολογία. «Είχε προπόνηση μέχρι αργά και δεν μπόρεσε να τελειώσει το project της Φυσικής» -παρόλο που του είχε ανατεθεί εδώ και έναν μήνα! Εξίσου τραγικό! Πρέπει να σταματήσουμε να δικαιολογούμε την κακή συμπεριφορά του παιδιού μας ή την έλλειψη εργασιακής ηθικής. Χωρίς πειθαρχία τα παιδιά γίνονται κακομαθημένα.

Διαφωνούμε (ή και τσακωνόμαστε) με τον δάσκαλο ή τον προπονητή του.

Είναι σημαντικό να υπερασπιζόμαστε τα παιδιά μας, αλλά μόνο αφού τα παιδιά έχουν πρώτα υποστηρίξει τον εαυτό τους. Όταν ο δάσκαλος, για παράδειγμα, επισημαίνει ότι το παιδί μας είναι ασυνεπές στα μαθήματά του, πιστέψτε τον. Σε αντίθεση με την κοινή άποψη, οι περισσότεροι δάσκαλοι θέλουν να βοηθήσουν τα παιδιά. Θέλουν τα παιδιά να προοδεύσουν. Όταν διαφωνούμε, λοιπόν, σχεδόν κάθε φορά για το πώς κάνει τα μαθήματά του ή για τον λόγο που άργησε να πάει στην προπόνηση, το παιδί μαθαίνει ότι μπορεί να συνεχίσει να είναι οκνηρό, γιατί οι γονείς του θα είναι πάντα εκεί να του βρίσκουν δικαιολογίες και να το υπερασπίζονται. Αυτό που μαθαίνει είναι ότι δεν χρειάζεται να σέβεται τον δάσκαλό του ή να πιέζεται για να κάνει μια δουλειά σωστά.

Η προσοχή στο παιδί χρειάζεται. Οι γονείς που ασχολούνται μαζί του είναι υπέροχοι. Αλλά είναι ο βαθμός της προσοχής και της ενασχόλησης μας που κάνει όλη τη ζημιά. Όταν αφήνουμε τα παιδιά μας να διαπραγματεύονται, είμαστε λάθος. Όταν βρίσκουμε δικαιολογίες για την κακή συμπεριφορά τους, είμαστε λάθος. Αν έχουν κάθε άνεση, σίγουρα είμαστε λάθος. Όταν συνεχίζουμε να τους καθαρίζουμε το δωμάτιο, να μαγειρεύουμε ό,τι μας ζητάνε, να υπονομεύουμε τους συντρόφους μας, τα παιδιά μας γίνονται κακομαθημένα.

Όλα τα παιδιά χρειάζεται να φάνε μια φορά κάτι που δεν τους αρέσει. Έτσι φτιάχνουν χαρακτήρα.»

Διαβαστε ακόμη: 

Πώς θα βελτιώσετε τη συμπεριφορά του παιδιού σας χωρίς φωνές και κλάματα

Πηγή: scarymommy.com, infokids.gr