Ανάμεσα στον πατέρα και το γιο υπάρχουν σχέσεις δύναμης, εξουσίας και αντιπαλότητας, που μπορεί να συνοδεύονται από τρυφερότητα αλλά και συγκρούσεις. Η σχέση του μπαμπά με το γιο είναι αυτή που θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό τη διαμόρφωση της προσωπικότητας του παιδιού.
Γράφει η Ελένη Παπαδοπούλου, Ψυχολόγος
Οι περισσότερες μητέρες αναγνωρίζουν τη συμβολή του πατέρα στην ανατροφή του γιου καθώς ξέρουν ότι τα αγόρια ακούν περισσότερο τον πατέρα τους και βασίζονται αλλά και εμπιστεύονται περισσότερο τον πατέρα όσον αφορά τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση και ζητήματα που συνδέονται με τα ανδρικά χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα με τον Lewis Yablonsky (2000), η σχέση του πατέρα με το γιο ακολουθεί τρία στάδια εξέλιξης:
Το πρώτο στάδιο που ξεκινά από τη στιγμή της γέννησης και φτάνει μέχρι το τέλος της παιδικής ηλικίας (12 ετών) χαρακτηρίζεται από την ανάγκη συγχώνευσης του εγώ του πατέρα και του γιου κατά τη διάρκεια των πρώτων ετών της ανάπτυξης.
Ο γιος από πολύ νωρίς, όσο προσκολλημένος κι αν φαίνεται πως είναι στη μητέρα, έχει ανάγκη από τον πατέρα, για αυτό αναζητά το βλέμμα και τις αντιδράσεις του, ώστε να εσωτερικεύσει το καλό και το κακό, το αποδεκτό και το μη αποδεκτό. Η αλληλεπίδραση ανάμεσα στο γιο και τον πατέρα συμβάλλει στην ανάπτυξη και των δύο σε συναισθηματικό επίπεδο και στην διερεύνηση και αναγνώριση του εαυτού.
Το δεύτερο στάδιο καλύπτει την εφηβική ηλικία (13-19 ετών), όπου ο γιος αρχίζει να απομακρύνεται από τη συναισθηματική συγχώνευση με τον πατέρα, έτσι ώστε να μπορέσει να δομήσει τη δική του προσωπικότητα και οντότητα ως ξεχωριστή και ανεξάρτητη.
Κατά τη διάρκεια της εφηβείας, ο γιος έχει ανάγκη να νιώθει δίπλα του τον πατέρα του και να ξέρει πως θα έχει την αποδοχή, στήριξη και συμπαράστασή του, ενώ ταυτόχρονα θέλει να ξέρει πως μπορεί να παίρνει πρωτοβουλίες και να δρα ανεξάρτητα από τους γονείς του. Κατά την περίοδο της εφηβείας μπορεί να επέλθει μια ρήξη στη σχέση του γιου με τον πατέρα, καθώς μπορεί να αρχίζει να δημιουργείται έντονη σύγκριση και ανταγωνισμός μεταξύ τους.
Ο πατέρας μπορεί να αντιληφθεί την προσπάθεια του γιου για ανεξαρτησία και αυτονομία ως μια απειλή για το κύρος, την αξία ή και τον ανδρισμό του, ενώ ο γιος μπορεί να νιώθει περιορισμούς ως προς τη δυνατότητά του να μεγαλώσει και να γίνει πιο ώριμος, σε περίπτωση που ο πατέρας δεν του αφήνει χώρο να πάρει ο ίδιος αποφάσεις, δεν ρωτάει τη γνώμη του και δεν σέβεται την άποψή του. Ο γιος έχει ανάγκη από την παρουσία του πατέρα αλλά με διακριτικό τρόπο και όχι για να συγκρίνονται για το ποιος είναι καλύτερος και πιο ξεχωριστός.
Στο τρίτο στάδιο, που καλύπτει την φάση μετά την ενηλικίωση του παιδιού (από το 20ό έτος) η σχέση ανάμεσα στον πατέρα και το γιο εξαρτάται από τα δύο προηγούμενα στάδια. Όσο πιο ομαλά διεξαχθεί η σχέση στα δύο προηγούμενα στάδια τόσο πιο ισχυρός μπορεί να γίνει ο δεσμός μεταξύ πατέρα και γιου, με κύρια χαρακτηριστικά την ύπαρξη αγάπης και αυτοεκτίμησης και από τις δύο πλευρές.
Μέσα από αυτό το δεσμό έχουν οφέλη και οι δύο πλευρές λαμβάνοντας ευχαρίστηση, ικανοποίηση και ψυχική πληρότητα, ενώ ταυτόχρονα δένονται πιο βαθιά και έρχονται ο ένας πιο κοντά στον άλλο. Στην ανάπτυξη αυτού του δεσμού παίζει σημαντικό η ικανότητα και ωριμότητα του πατέρα να αφήσει το γιο του να γίνει ανεξάρτητος, χωρίς να το βιώσει ο ίδιος ως ένα είδος απειλής ή απόρριψης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σε ορισμένες περιπτώσεις ο πατέρας μπαίνει σε μια διαδικασία ανταγωνισμού και αντιπαλότητας με το γιο ώστε να αποδείξει ότι δεν έχει χάσει τις ικανότητές του ή τις δυνάμεις του ή ότι έχει περισσότερες γνώσεις. Ωστόσο, ο ανταγωνισμός μπορεί να είναι και διεκδίκηση της νεότητας από τον πατέρα.
Ο πατέρας, ως ο ενήλικας και ο ώριμος αυτής της δυαδικής σχέσης, είναι το βασικό πρόσωπο που συμβάλλει στην ομαλή εξέλιξη και ανάπτυξη του παιδιού αλλά και του εφήβου που έχει ανάγκη από ένα σταθερό πρότυπο.
Αλλά ο πατέρας μεγαλώνοντας έρχεται αντιμέτωπος και ο ίδιος με ένα σύνολο από άγχη, ανασφάλειες και αγωνίες, που καλείται να τις καταλαγιάσει. Τα δικά του λάθη και τις δικές του αποτυχίες μπορεί να τις προβάλει επάνω στο γιο, με αποτέλεσμα τη δημιουργία φόβου αλλά και έντονων αντιδράσεων απόρριψης. Τα αρνητικά βιώματα του πατέρα μπορεί να οδηγήσουν σε πιέσεις προς το παιδί να είναι τέλειο ή σε υπερπροστατευτικότητα ώστε να μην βιώσει τέτοιου είδους καταστάσεις, με αποτέλεσμα ο γιος να αντιδράσει έντονα και να ξεσπάσει.
Ο πατέρας προσπαθώντας να διατηρήσει μια αμυντική στάση ώστε να διασώσει τη δική του εικόνα ενδέχεται να ξεσπάσει στο γιο, να τον απορρίψει, να τον μειώσει ή να τον υπερπροστατεύσει, δίνοντας την εντύπωση ότι υπάρχει μια ανταγωνιστική-συγκρουσιακή σχέση, όπου ο πατέρας στερεί την αποδοχή, τη στήριξη και την εμπιστοσύνη από το γιο. Ο πατέρας ερμηνεύει την απομάκρυνση του γιου ως μια προσωπική του αποτυχία στο ρόλο του ως γονέα.
Πηγή: face2face.gr