Η στάση όλο και περισσότερων ανδρών απέναντι στην πατρότητα, τα τελευταία χρόνια, αποκαλύπτει μια όμορφη διάσταση τρυφερότητας και ευαισθησίας και την επιθυμία τους να συμμετέχουν πρακτικά και συναισθηματικά στη σχέση με το παιδί, ήδη από τις πρώτες ενδείξεις της κύησης.
Γράφει η Sandra Franzia, Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια
Μόνο όταν το παιδί ξεπερνάει τη φάση της συμβιωτικής ζωής και ξεχωρίζει τον εαυτό του από τη μητέρα, δείχνοντας με τις κινήσεις και τις εκφράσεις του τη λαχτάρα για εξερεύνηση του περιβάλλοντος, ο πατέρας αποκτά ένα σημαντικό, χρήσιμο ρόλο στην εποικοδομητική αυτή φάση.
Όμως, σε αυτή την καθυστέρηση δέσμευσης με το μωρό, χάνεται ένα πολύτιμο δυναμικό αμοιβαίων αισθήσεων και συναισθημάτων που δύσκολα μπορεί να επανακτηθεί.
Πράγματι, στην «παραδοσιακή» οικογένεια, ο πατέρας θεωρείται λιγότερο δοσμένος και κάπως απόμακρος σε σχέση με την απόλυτη αφοσίωση της μητέρας.
Η διαφορετική συγκινησιακή συμμετοχή των δύο γονέων ξεκινάει όμως πριν από τη γέννηση του παιδιού, στην εμβρυϊκή περίοδο. Η μητέρα που τόσους μήνες το μεγάλωνε στα σπλάχνα της και επικοινωνούσε μαζί του μέσω διαφόρων καναλιών (φωνής, κίνησης, ορμονών), δέχεται τη γέννηση ως τη συνέχεια μιας ήδη υπάρχουσας σχέσης.
Ο πατέρας που δεν γνώρισε αυτό το βιο-ψυχικό δέσιμο, δεν μπορεί παρά να «υιοθετήσει» το μωρό, όταν η μαμά του το παρουσιάσει έξω από την αίθουσα τοκετού και να αρχίσει να το αγαπάει.
Όταν όμως σχετίζεται τρυφερά μαζί του κατά τους μήνες κύησης με τη φωνή και το άγγιγμά του, η αμοιβαία γνωριμία και αποδοχή, μετά τον τοκετό, θα είναι πιο εύκολη και γρήγορη:
το μεν μωρό δείχνει να αναγνωρίζει τη μπάσα φωνή του πατέρα και να χαλαρώνει στο ακουσμά της, ο δε μπαμπάς συμπεριφέρεται μαζί του με περισσότερη φυσικότητα και ζεστασιά.
Σήμερα, η ανδρική παρουσία δίπλα στη γυναίκα σε κάθε βήμα της πορείας της γέννησης θεωρείται σημαντική.
Η αρμονία του ζευγαριού και το τρυφερό ενδιαφέρον του άνδρα ευνοούν στην έγκυο γυναίκα μια ισορροπημένη και γαλήνια ψυχοσωματική κατάσταση: όταν οι περιβαλλοντικές συνθήκες είναι θετικές, ικανοποιητικές, το ίδιο μας το σώμα παράγει και εισάγει στην κυκλοφορία κάποιες «ηρεμιστικές» ουσίες, τις ενδορφίνες, που αυξάνουν την αίσθηση ευεξίας.
Στη μέλλουσα μητέρα, αυτή αντανάκλαται στην εγκυμοσύνη και στο έμβρυο.
Είναι πια γνωστό πόσο σημαντικό ρόλο παίζει ο ψυχικός παράγοντας είτε στην εξέλιξη της κύησης, είτε στην υγεία του εμβρύου, είτε ακόμα στο σωστό ξεκίνημα της σχέσης μητέρας-παιδιού.
Επίσης, μια ισορροπημένη, ώριμη συζυγική σχέση που γεμίζει και ικανοποιεί το συναισθηματικό κόσμο της μητέρας, ανατρέπει τον κίνδυνο μιας υπερβολικής επένδυσής της στο μωρό, με τις γνωστές αρνητικές συνέπειες στη σχέση τους και στο σχηματισμό του χαρακτήρα του.
Η συντροφική συμμετοχή στα μαθήματα προετοιμασίας για τον τοκετό είναι επίσης πολύτιμη, πέρα από τις πρακτικές γνώσεις που θα αποκτήσουν, για τη δυνατότητα ανταλλαγής απόψεων με τα άλλα ζευγάρια και μια βαθύτερη κατανόηση αυτής της κοινής, συναρπαστικής εμπειρίας.
Τέτοιες συναντήσεις αποτελούν ένα ερέθισμα για να συνεχίζεται και να εμβαθύνεται ο διάλογος στο σπίτι, φθάνοντας στην ώρα του τοκετού με περισσότερη συνείδηση και ωριμότητα.
Αυτή η τελευταία, κρίσιμη φάση της γέννησης βιώνεται από το ζευγάρι ως εξαιρετικά συγκινητική, όταν ο πατέρας, έπειτα από μια κατάλληλη προετοιμασία, παρευρίσκεται στη γέννα:
“η συναισθηματική του στήριξη και η ενθαρρυντική του στάση ασκούν μια θετική επιρροή στην ψυχοσωματική κατάσταση της επίτοκης, που ευνοεί την εύκολη και ανώδυνη εξέλιξη του τοκετού.”